Στο προηγούμενο επεισόδιο ασχοληθήκαμε με την έννοια της δημιουργικότητας, της μάθησης μέσα από την εμπειρία και την άμεση σύνδεση των δύο με την διαδικασία του παιχνιδού. Διαπιστώσαμε ότι μπορεί να έχουμε μεγαλώσει αλλά δεν χάσαμε τη δυνατότητα να ξεφεύγουμε από την πεπατημένη και να επιννοούμε νέους τρόπους, ούτε εξαφανίστηκε η ανάγκη μας να παίζουμε και ότι ο εγκέφαλός μας σίγουρα δεν έχει χάσει την ικανότητά του να μαθαίνει. Εντοπίσαμε δραστηριότητες που μοιάζουν με συνθήκες παιχνιδιού και ενθαρρύνουν την πλαστικότητα του εγκεφάλου σε οποιαδήποτε ηλικία, αξιοποιώντας εργαλεία και διαδικασίες που είναι φυσικές και άνετες για το αντιληπτικό μας σύστημα. Φαίνεται ότι τελικά μπορείς να διδάξεις καινούρια κόλπα σε ένα ‘γέρικο σκυλί’.
Αν σου διέφυγε ίσως θέλεις να το τσεκάρεις πριν συνεχίσεις γιατί λειτουργεί σαν εισαγωγή σε οσα θα δούμε παρακάτω. Γενικότερα σ’αυτό το newsletter θα μας απασχολούν συχνά τέτοια ζητήματα, και θα μας απασχολούν σε εύρος και σε βάθος. Δεν θα περιοριστούμε στη μάθηση που αφορά επιμέρους δεξιότητες. Μας νοιάζει πρωτίστως η δυνατότητα να μαθαίνουμε οτιδήποτε χρειάζεται, να αλλάζουμε και να αναπτυσσόμαστε συνεχώς καθόλη τη διάρκεια της ζωής μας.
Από την εκπαίδευση στη μάθηση και από τις δεξιότητες στην επιδεξιότητα
Αυτού του είδους η μάθηση λοιπόν άρχισε να γίνεται ιδιαίτερα σημαντική από τις αρχές του 20ου αιώνα, όταν οι κοινωνίες διαπίστωναν μια γενικευμένη ανάγκη για βελτίωση του μορφωτικού επιπέδου των πιο ευπαθών κοινωνικών τάξεων και προσπάθησαν να την αντιμετωπίσουν μέσα από το σχεδιασμό προγραμμάτων επαγγελματικής κατάρτισης και εκπαίδευσης σε ζητήματα πολιτιστικά, πολιτικά και κοινωνικά.
Η κοινωνική και πολιτική διάσταση της συνεχιζόμενης εκπαίδευσης των ενηλίκων ήρθε έντονα στο προσκήνιο μέσα από τo έργο του Paulo Freire ο οποίος διέκρινε την εκπαίδευση των ενηλίκων σε ‘αποταμιευτική’ (banking education) που στην ουσία αναπαράγει την κοινωνική πραγματικότητα όπως είναι και σε ‘εκπαίδευση ανάδειξης προβλημάτων’ (problem-posing education) που έχει απελευθερωτική επίδραση στο άτομο.
O τρόπος που βιώνουμε τις δομές της κοινωνίας και τους διάφορους καταναγκασμούς που μας επιβάλλουν παίζει πρωταρχικό ρόλο στην ανάπτυξη και τη διαμόρφωσή μας. Ωστόσο, σημαντική επίδραση μπορεί επίσης να έχει ο παρεμβατικός ρόλος της εκπαίδευσης, μέσα από την ανάδειξη και την ενίσχυση των δυνατοτήτων μας για αλλαγή.
—Freire, 1968 (Pedagogy of the Oppressed)
Ειδικά πιο πρόσφατα, κατά τη συναρπαστική δεκαετία του 19801, οι επιχειρήσεις και οι οργανισμοί σε ΗΠΑ και Ευρώπη είχαν ριχτεί σε έναν άτυπο ανταγωνισμό ανάπτυξης εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού. Προσπαθώντας να απορροφήσουν τις τεχνολογικές εξελίξεις και να διαχειριστούν τις γρήγορες αλλαγές που έφερναν σε διάφορους τομείς διαπίστωναν ότι ο ρυθμός που παίρνει2 η εξάπλωση της τεχνολογίας καθιστά γρήγορα διάφορες εξειδικευμένες δεξιότητες ξεπερασμένες, συχνά πριν προλάβει να σχεδιαστεί, να εγκριθεί και να υλοποιηθεί ένα διεξοδικό εκπαιδευτικό πρόγραμμα ανάπτυξης δεξιοτήτων. Για να αυξήσουν τη γενικότερη ευελιξία και προσαρμοστικότητά τους άρχισαν να δοκιμάζουν νέες, οριζόντιες ιεραχικές δομές με έμφαση στην αυτονομία, να προτιμούν project-based διαδικασίες και να στρέφονται προς ευέλικτους και απομακρυσμένους τρόπους συνεργασίας μεταξύ ατόμων και ομάδων (είπε κανείς Agile3;).
Μέσα σε αυτό το κλίμα, πολλοί ειδικοί στον τομέα της μάθησης επεσήμαναν την ανάγκη να αρχίσουμε να μεταφέρουμε την έμφαση από την ανάπτυξη επιμέρους δεξιοτήτων στην ανάπτυξη της επιδεξιότητας4 των ατόμων. Σταδιακά διαμορφώθηκε και επεκτάθηκε μια νέα κουλτούρα διαχείρισης της αλλαγής εντός των οργανισμών που δεν βασίζεται στην εξωτερικά υποκινούμενη εκπαίδευση: μια κουλτούρα αυτο-υποκινούμενης μάθησης που αξιοποιεί τα εσωτερικά κίνητρα των ανθρώπων. Η νέα αυτή προσέγγιση διευκόλυνε σημαντικά τα άτομα, τις ομάδες εργασίας αλλά και ολόκληρους οργανισμούς να μαθαίνουν συνεχώς και να υποδέχονται το μέλλον - με ό,τι καινούριο και απρόβλεπτο φέρνει - πιο αποτελεσματικά.
Μάθηση για ενήλικες
Σε όλες αυτές τις αλλαγές συνέβαλε καταλυτικά και η ανάπτυξη των σύγχρονων θεωριών μάθησης που τονίζουν ότι ο τρόπος και το πλαίσιο που μαθαίνουν τα παιδιά και τα ενήλικα άτομα παρουσιάζει κάποιες διαφορές5 .
Χαρακτηριστικά, τα παιδιά υποχρεώνονται να ακολουθήσουν μια συγκεκριμμένη εκπαιδευτική διαδικασία ενώ τα ενήλικα άτομα επενδύουν στη μάθηση επειδή εντοπίζουν κάποιο όφελος σε αυτήν. Ως ενήλικες έχουμε τη δυνατότητα να αναλαμβάνουμε την ευθύνη και τον έλεγχο των μαθησιακών μας στόχων και μεθόδων. Σε αντίθεση με τα παιδιά, έχουμε ήδη ένα σημαντικό (και ανομοιογενές) εύρος από διαφορετικές επαγγελματικές, ακαδημαϊκές και προσωπικές εμπειρίες. Eπιπλέον, χρειάζεται να εναρμονίσουμε τις όποιες μαθησιακές μας δραστηριότητες με πολλές άλλες διαστάσεις, ρόλους και ευθύνες της ζωής μας που ανταγωνίζονται μεταξύ τους για το χρόνο, την ενέργεια και την προσοχή μας6 . Σε γενικές γραμμές, έχουμε καταλήξει ώς προς τους τρόπους μάθησης που είναι αποδοτικότεροι για μας7.
There is an intimate and necessary relation between the processes of actual experience and education.
—John Dewey (Experience and Education, 1938)
Από ιστορικής πλευράς, οι παλαιότερες ψυχολογικές θεωρίες μάθησης και οι αντίστοιχες εκπαιδευτικές πρακτικές αντιστοιχούσαν πρωτίστως στις απαιτήσεις των επιχειρήσεων και της βιομηχανίας για παραγωγικούς εργαζόμενους - όπως τους αντιλαμβάνονταν τότε. Συμπεριφορισμός, συστήματα ανταμοιβής-τιμωρίας και ποσοτικοποιήσιμες μέθοδοι αξιολόγησης των ανθρώπων συνέβαλαν σε ένα ‘εργοστασιακό μοντέλο μάθησης’ που θεωρεί ότι η γνώση χαρακτηρίζεται από ένα είδος αυτάρκειας, μπορεί να μεταφερθεί εύκολα από τη μαθησιακή κατάσταση στην πραγματική συνθήκη και ότι η μάθηση είναι μια αμιγώς γνωστική διαδικασία που συμβαίνει μέσα στον εγκέφαλο του ατόμου, ξεχωριστά από την μαθησιακή εμπειρία και το συνολικό πλαίσιο στο οποίο μαθαίνει.
Ωστόσο, νέες θεωρίες και μοντέλα από τους κλάδους της Οργανωσιακής, Κοινωνικής και Συμβουλευτικής Ψυχολογίας ασχολήθηκαν διεξοδικά με το πώς μπορούμε να βοηθήσουμε τον εαυτό μας να αναπτυχθεί αξιοποιώντας τις πραγματικές ενήλικες δυνατότητές του. Η σύγχρονη έρευνα πάνω στις θεωρίες μάθησης των ενηλίκων αποτελείται από διαφορετικές σχολές σκέψης με ιδιαίτερα επιδραστικές την Μετασχηματίζουσα, την Αυτοκατευθυνόμενη, την Εντοπισμένη και τη Βιωματική μάθηση.
Μετασχηματίζουσα μάθηση (transformative learning)
Η θεωρία της μετασχηματίζουσας μάθησης υποστηρίζει ότι υπάρχει μια ποιοτική διαφοροποίηση μεταξύ της μάθησης στην παιδική ηλικία και στην ενηλικιότητα. Η μάθηση στη παιδική ηλικία, ορίζεται ως μια ‘διαμορφωτική’ διεργασία στην οποία το παιδί καλέιται να αφομοιώσει τις θεμελιώδεις πεποιθήσεις και ρόλους που αφορούν τον εαυτό του και τον κόσμο και συμβάλλουν στην διεργασία της κοινωνικοποίησής του8. Όμως ως ενήλικες
χρειάζεται να στηριζόμαστε στη διερεύνηση των παραδοχών, των πρακτικών και των πεποιθήσεών μας, ώστε να κατανοήσουμε την εμπειρία μας μέσα από πολλαπλές οπτικές. Οι πραγματικές μαθησιακές εμπειρίες θα πρέπει να μας ‘μετασχηματίσουν’ με κάποιο τρόπο και χρειάζεται να περιλαμβάνουν δραστηριότητες που είναι ελκυστικές αλλά και που παράλληλα προκαλούν τον τρόπο που έχουμε μάθει να σκεφτόμαστε και να δρούμε.
Αυτοκατευθυνόμενη/αυτορρυθμιζόμενη μάθηση (self-directed/self-regulated learning)
Αυτή η προσέγγιση αναγνωρίζει ότι η πλειονότητα της ενήλικης μάθησης συμβαίνει εκτός του πλαισίου της τυπικής εκπαίδευσης, και έτσι δίνει έμφαση στην ενίσχυση αυτών των άτυπων μαθησιακών συνθηκών.
Εστιάζει στην ανάπτυξη των ικανοτήτων του ατόμου να εντοπίζει μόνο του προσωπικά ή περιβαλλοντικά εμπόδια και ευκαιρίες μάθησης, να προσεγγίζει στρατηγικά το περιεχόμενο, τη διαδικασία και τον τρόπο που μαθαίνει αξιοποιώντας παράλληλα και το προσωπικό του απόθεμα γνώσεων και εμπειριών. 9
Εντοπισμένη μάθηση (situated learning)
Στην πιο απλή της μορφή, είναι η μάθηση που λαμβάνει χώρα στο ίδιο πλαίσιο στο οποίο πρόκειται να εφαρμοστεί. Υποστηρίζει ότι η μάθηση είναι μια κοινωνική διαδικασία κατά την οποία η γνώση και τα νοήματα συν-κατασκευάζονται από τα άτομα που συμμετέχουν σε αυτήν. Η διαδικασία αυτή εντοπίζεται σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο και ενσωματώνεται σε ένα συγκεκριμένο κοινωνικό και φυσικό περιβάλλον.
Το μοντέλο της εντοπισμένης μάθησης στηρίζεται στις ακόλουθες έννοιες:
Μάθηση: οι δεξιότητες και οι γνώσεις που αποκτήθηκαν ως αποτέλεσμα της συμμετοχής σε μια κοινότητα πρακτικής.
Πλαίσιο: το περιβάλλον μέσα στο οποίο εμφανίζεται η εντοπιζόμενη διάσταση της μάθησης.
Αρχάριος: ο μαθητής/νεοεισερχόμενος στην κοινότητα της πρακτικής που θα μάθει από τους γύρω ειδικούς.
Ειδικοί: το σύνολο των ατόμων που γνωρίζουν για το προς μάθηση θέμα.10
Βιωματική μάθηση (experiential learning)
Υποστηρίζει ότι η ουσία της μάθησης των ενηλίκων είναι η κατανόηση των εμπειριών και ότι οι ενήλικες μαθαίνουν καλύτερα όταν μαθαίνουν στην πράξη (learning by doing). Αυτή η προσέγγιση θεωρεί ότι η μάθηση δεν είναι θέμα απόκτησης γνώσης αλλά μια αέναη διαδικασία κατασκευής της γνώσης μέσα από την εμπειρία, τον αναστοχασμό και την ερμηνεία όπου κάθε άτομο συμμετέχει ενεργά δημιουργώντας τις δικές του συνδέσεις, οικοδομώντας τη δική του κατανόηση για τον κόσμο.
Πιο συγκεκριμμένα, το κυκλικό μοντέλο της βιωματικής μάθησης του Kolb περιλαμβάνει 4 στάδια11 τα οποία εναλάσσονται συνεχώς:
Συγκεκριμένη Εμπειρία – περιλαμβάνει τη συνάντησή μας με μια νέα εμπειρία ή συνθήκη ή την εκ νέου ερμηνεία μιας κατάστασης.
Αναστοχαστική Παρατήρηση – αναλογιζόμαστε τη νέα εμπειρία υπό το πρίσμα της υπάρχουσας γνώσης και παρατηρούμε τυχόν ασυνέπειες μεταξύ εμπειρίας και κατανόησης.
Αφηρημένη Εννοιολόγηση – περιλαμβάνει τη δημιουργία μιας νέας ιδέας ή την τροποποίηση μιας υπάρχουσας αφηρημένης έννοιας.
Ενεργός Πειραματισμός – οι νεοδημιουργούμενες/τροποποιημένες έννοιες προσφέρουν το αναγκαίο υλικό για πειραματισμό και εφαρμογή των ιδεών στον πραγματικό κόσμο.
Ο Kolb προχώρησε και ένα βήμα παρακάτω προτείνοντας - σε αντιστοιχία με τα 4 στάδια της βιωματικής μάθησης - τα 4 μαθησιακά στιλ: κάθε άτομο μπορεί να έχει διαφορετικές προτιμήσεις και ανάγκες μάθησης που να τείνουν περισσότερο προς την εμπειρία, τον αναστοχασμό, την εννοιολόγηση ή τον πειραματισμό.
Η έννοια της Ροής (Flow State)
Η έννοια του Flow State έχει παίξει κομβικό ρόλο στη νεότερη έρευνα γύρω από την υποβοήθηση της μάθησης μέσα από παιχνίδια/παιγνιώδεις δραστηριότητες ανάπτυξης δεξιοτήτων (Lego Serious Play, RPGs, playful apps κ.ά.) με σκοπό την αύξηση του κινήτρου για συμμετοχή αλλά και της ικανότητας απορρόφησης νέας πληροφορίας.
Περιγράφει μια κατάσταση συνείδησης κατά την οποία έχουμε επικεντρωθεί πλήρως σε μια ευχάριστη δραστηριότητα και έχουμε χάσει την αίσθηση του χρόνου, ενώ το περιβάλλον με ότι περιλαμβάνει μοιάζει να έχει υποχωρήσει πίσω πίσω, στο φόντο της επίγνωσης. Όταν βρισκόμαστε σε κατάσταση ροής η αίσθηση του Εγώ χαλαρώνει, ενσωματώνεται στην εμπειρία και η συμπεριφορά μας γίνεται ενστικτώδης και ‘αυτοκατευθυνόμενη’.12 Η ζώνη ροής επιτυγχάνεται όταν ο βαθμός πρόκλησης ή δυσκολίας μιας δραστηριότητας που κάνουμε αντιστοιχεί στο επίπεδο των δεξιοτήτων που διαθέτουμε για τη συγκεκριμμένη δραστηριότητα. Αν η δυσκολία είναι μεγαλύτερη μπαίνουμε στη ζώνη του στρες, ενώ αν είναι μκρότερη αρχίζουμε να βαριόμαστε.
Αν προσπαθούσαμε να το απεικονίσουμε θα έμοιαζε κάπως έτσι:
Σύμφωνα με τη θεωρία αυτή, η παραμονή μας σε κατάσταση ροής ‘ευθυγραμμίζει’ τις σκέψεις, τα κίνητρα, τα συναισθήματα και τις αισθήσεις προς την ίδια κατεύθυνση και ενσωματώνει το σκοπό στη διαδικασία, καθιστώντας την επαρκώς απολαυστική ώστε να μας επιβραβεύει ανεξάρτητα από το άμεσο αποτέλεσμά της.
Ενσωμάτωση
Τόσο το ίδιο το παιχνίδι όσο και οι καταστάσεις που μοιάζουν με παιχνίδι στην ουσία ενσωματώνουν τις θεωρίες βιωματικής-αυτοκατευθυνόμενης-μετασχηματίζουσας-εντοπισμένης μάθησης: η ίδια η δραστηριότητα προϋποθέτει το κατάλληλο περιβάλλον, περιλαμβάνει τον πειραματισμό, αξιοποιεί πολλαπλά αισθητηριακά κανάλια, παράγει εμπειρία, ενεργοποιεί τον αναστοχασμό, εμπλέκει τη συναισθηματική λειτουργία, μοχλεύει την παραγωγή ιδεών και δημιουργεί καινούρια γνώση.
Πολλοί άνθρωποι σταματούν να μαθαίνουν αφού φύγουν από το σχολείο. Τα πολλά χρόνια εκπαίδευσης συχνά αφήνουν πίσω τους δυσάρεστες αναμνήσεις. Η προσοχή τους χειραγωγείται από βιβλία και δασκάλους, προσβλέπουν στην αποφοίτηση ως την πρώτη μέρα της ελευθερίας τους.
Ο στόχος της μάθησης είναι να κατανοήσουμε τι συμβαίνει γύρω μας και να χτίσουμε ένα προσωπικό νόημα από την εμπειρία μας. Το τέλος της επίσημης εκπαίδευσης θα πρέπει να είναι η αρχή ενός διαφορετικού είδους εκπαίδευσης, υποκινούμενης από δικά μας εσωτερικά κίνητρα.
—Mihaly Cziksentmihalyi (Flow: The Psychology of Optimal Experience, 1990)
Μετά από όλα αυτά προκύπτουν κάποια συμπεράσματα για εμάς που προσπαθούμε να αναπτύξουμε νέες δυνατότητες:
Χρειαζόμαστε συνθήκες, περιβάλλοντα και εργαλεία τα οποία μας επιτρέπουν να ενσωματώνουμε συνεχώς την θεωρία, τις νέες παρατηρήσεις αλλά και την εμπειρία του παρελθόντος στο παρόν μας και στη διαδικασία που ‘μορφοποιεί’ το μέλλον μας.
Με άλλα λόγια, χρειαζόμαστε pet projects, playgrounds και ευκαιρίες να ακολουθήσουμε τις παρορμήσεις και να παίζουμε με τις ιδέες μας σαν να είναι το πιο σημαντικό πράγμα στον κόσμο. Χρειάζόμαστε τον έλεγχο της διαμόρφωσής μας και της διαπραγμάτευσης της αλλαγής που επιδιώκουμε. Ευτυχώς, σε αντίθεση με τα παιδιά, δεν χρειαζόμαστε την άδεια των κηδεμόνων μας. Ώς ενήλικες έχουμε τη δυνατότητα να δημιουργήσουμε και να παρέχουμε εμείς αυτές τις ευκαιρίες στον εαυτό μας.
Κλείνοντας
Ίσως με όλες αυτές τις θεωρίες που συγκέντρωσα εδώ σκέφτεσαι ότι η αποτελεσματική ανάπτυξη των ανθρώπων είναι αποτέλεσμα πλούσιων και ευέλικτων συνθηκών μάθησης και ενός επικαιροποιημένου και ευφυούς εξατομικευμένου μοντέλου που εφαρμόζεται με ελευθερία και επιτυχία στην πράξη. Και είναι.
Αλλά όχι μόνο και όχι πάντα και θα δούμε σε επόμενο newsletter γιατί, με αφορμή μια αντισυμβατική θεωρία που κρατήθηκα να μην την αναφέρω κι αυτή τώρα.
Αν έχεις ιδέες, ερωτήσεις ή και αντιρρήσεις ως εδώ, μπορείς να χρησιμοποιήσεις τα σχόλια ή να μου στείλεις μήνυμα. Μην ξεχάσεις να αφήσεις το email σου εδώ στο κουτάκι εγγραφής για να ενημερώνεσαι για νέα άρθρα αυτόματα.👇
1980: Σύμφωνα με το περιοδικό Rolling Stone, μια παράξενη και υπερβατική δεκαετία με τον Prince να δείχνει το δρόμο φλερτάροντας - από την κορυφή των μουσικών charts - με το μέλλον.
Και ίσως ακόμη περισσότερο στις μέρες μας οι κοινωνίες και οι οργανισμοί σε ολόκληρο τον πλανήτη αγωνιούν για το ρυθμό που μπορεί να πάρει η ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης. Η OpenAI, η εταιρία που είναι υπεύθυνη για το ChatGPT, έχει έναν πολύ συγκεκριμμένο λόγο ύπαρξης, και αυτός δεν είναι οικονομικός. Είναι η προστασία όλων όσων είναι παρατηρήσιμα στο σύμπαν από την απειλή της εξαφάνισης λόγω μιας υπερανεπυγμένης τεχνητής νοημοσύνης (στο όχι και πολύ μακρινό μέλλον)🤯
Στα μέσα της δεκαετίας του ‘90 διάφοροι επαγγελματίες που εργάζονταν στην ανάπτυξη προϊόντων λογισμικού άρχισαν να αυτοσχεδιάζουν αναμειγνύοντας παλιές και νέες ιδέες , και όταν έβρισκαν έναν “συνδυασμό” που λειτουργούσε δημιουργούσαν μια μεθοδολογία για την ομάδα τους ώστε να τους βοηθήσει να θυμούνται αυτόν τον συνδυασμό.
Αυτές οι μεθοδολογίες έδιναν μεγάλη έμφαση:
στη στενή συνεργασία μεταξύ της ομάδας ανάπτυξης και των εκπροσώπων της επιχείρησης.
στη συνεχόμενη προσφορά επιχειρηματικής αξίας,
στις μικρές, δεμένες και αυτοοργανωμένες ομάδες,
στους “έξυπνους” τρόπους ανάπτυξης, ελέγχου και παράδοσης τμημάτων λογισμικού.
Bigelow, 1995 (Teaching Managerial Skills: a Critique and Future Directions)
Κόκκος, 2005 (Εκπαίδευση Ενηλίκων: Ανιχνεύοντας το Πεδίο)
Polson, 1993 (Teaching Adult Students)
Rogers, 1999 (Teaching Adults)
Mezirow, 2007 (Learning as Transformation)
Hansman, 2011 (Context-Based Adult Learning)
Lave & Wenger, 1991 (Situated Learning: Legitimate Peripheral Participation)
Kolb & Fry, 1975 (Towards and Applied Theοry of Experiential Learning)
Csíkszentmihályi, 1990 (Flow: The Psychology of Optimal Experience)
Υπέροχο άρθρο! Ευχαριστούμε!